-
Το Μουστάκι
Αναζητώντας το αντικείμενο αυτής της μελέτης, επεξεργάστηκα αρκετά σύμβολα ανδρισμού, εκ των οποίων κανένα δε μου προσέφερε τον ενθουσιασμό και την πρόκληση που μου προσέφερε το μουστάκι.
Ξεκινώντας την ανάλυσή μου για το μουστάκι, νοιώθω απαραίτητο πρώτα να ορίσω τις συμβάσεις τις οποίες θα ακολουθήσω παρακάτω στη σκέψη μου έτσι ώστε ο αναγνώστης να καταλαβαίνει ανά πάσα στιγμή τί εννοώ όταν αναφέρομαι στο μουστάκι (ή σπανιότερα στο μούσι). Σύμφωνα με την αντίληψή μου το μουστάκι είναι το συχνά θρεμμένο (το μουστάκι τρέφεται, δε καλλιεργείται) και περιποιημένο τριχωτό άνω χείλος, των αντρών, των γυναικών, ακόμα και των ζώων. Παρόλο που το μουστάκι είναι γενικότερο γνώρισμα των αντρών, δεν είναι αποκλειστικό τους. Πολλές γυναίκες μπορούν να φέρουν αρκετά ανεπτυγμένα μουστάκια, τα οποία ανάλογα με τις επιθυμίες τους ή τις επιθυμίες των γύρω τους, άλλες φορές τα ξεφορτώνονται, άλλες τα “κρύβουν“ και άλλες τα αποδέχονται και τα παρουσιάζουν περήφανα. Μουστάκια επίσης φέρουν οι γάτες, τα ποντίκια αλλά και οι γαρίδες. Το μοναδικό μουστάκι όμως που έχει συνειδητά γίνει εργαλείο κοινωνικής καταξίωσης είναι το μουστάκι που αναφέρεται με τον ένα τρόπο ή τον άλλο στον ανδρισμό, είτε αυτό φέρεται από άντρες (συχνότερα), είτε από γυναίκες. Οι γαρίδες, παρόλο που και αυτές περιποιούνται τα μουστάκια τους, δε φαίνεται να έχουν συνειδητή επίγνωση της κοινωνικής τους εικόνας (εάν κάτι τέτοιο υπάρχει) σε σχέση με τις γύρω γαρίδες. Όπως και να έχει, αντικείμενο αυτής της μελέτης είναι το αντρικό μουστάκι, το μουστάκι που άμεσα συμβολίζει στον ανδρισμό και που φέρεται από άντρες, νέους και γυναίκες. Εδώ δεν εννοώ οτι το μουστάκι είναι πάντα αντρικό. Μπορεί να υπάρχει και γυναικείο μουστάκι, με δικά του χαρακτηριστικά και συμβολισμούς, δεν είναι όμως αυτό το μουστάκι το αντικείμενο της μελέτης μου. Μία άλλη παρατήρηση σχετική με το μουστάκι και απαραίτητη για τον αναγνώστη είναι η σχέση μεταξύ του μουστακιού και των άλλων τριχών του προσώπου. Στην μελέτη μου, ισχυρίζομαι οτι το μουστάκι υπάρχει όταν δεν υπάρχει το μούσι. Εδώ πρέπει να εξηγήσω κάτι ακόμα. Το μούσι είναι η δημοτική της γενειάδας (Χρ. Γιοβάνης, Νέο Ορθογραφικό Ερμηνευτικό Λεξικό) και προέρχεται από το Γαλλικό mousse που στα Ελληνικά μεταφράζεται μεταξύ άλλων σαν βρύο, χλόη, αφρός (Ν. Π. Ανδριώτης, Ελληνογαλλικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη 1967, ΑΠΘ). Το γένειον είναι η κάτω σιαγώνα, αλλιώς το πηγούνι. Επίσης στους άντρες το γένειον αναφέρεται στο ιδιάζον τρίχωμα της κάτω σιαγώνας, των παρειών (των πλαϊ νών του προσώπου) και του εμπρός μέρους του λαιμού, το οποίο συνηθίζεται να χρησιμοποιείται στον πληθυντικό· τα γένεια, ή γένια σύμφωνα με το Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 1933 σε επιμέλεια Γεώργιου Ζευγώλη. Με άλλα λόγια, ενώ συχνά υπάρχει σύγχυση μεταξύ των όρων μούσι και γενειάδα, και οι δύο χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τις τρίχες που αντιστοιχούν στα πλαινά του προσώπου, το σαγόνι και το μπροστά μέρος του λαιμού. Συνοψίζοντας τα παραπάνω, όταν στο κείμενο αναφέρομαι στο μουστάκι, αναφέρομαι σε εκείνο το μουστάκι που συνειδητά έχει να κάνει με τον ανδρισμό του φέροντα, είτε είναι άντρας, γυναίκα ή έφηβος. Και μιλάω πάντα για το μουστάκι που “φοριέται“ χωρίς μούσι.
Η μελέτη του φαλλού, του πέους, σαν σύμβολο ανδρισμού, θα έστηνε αναμφίβολα μια εργασία προκλητική από τη φύση της, και αρκετά προφανή. Τι πιο προφανές, πιο αντρικό από το ίδιο το αναπαραγωγικό όργανο του άντρα για το οποίο τόσα έχουν γραφτεί. Το μουστάκι από την άλλη χωρίς πολλή́ άμεση βιβλιογραφία, προσφέρεται σαν το τέλειο αντρικό σύμβολο. Είναι μεν προφανές και αυτό, διαθέτει όμως μια μεγάλη δόση ρομαντισμού, αφού έχει πια χάσει ένα πολύ μεγάλο μέρος της παλαιότερης δύναμής του (από το 18ο αιώνα και μετά), αλλά διαθέτει και αρκετό “χώρο“ για συζήτηση.
Η τριχοφυΐα του προσώπου αναπόφευκτα αναγάγει στο ανδρικό στοιχείο αφού οι περισσότεροι άντρες (σε αντίθεση με τις γυναίκες και τα παιδιά), μπορούν να αναπτύξουν φυσικά τροφαντά μουστάκια και πλούσιες γενειάδες. Ο τριχο- διάκοσμος του προσώπου λοιπόν, αναπόφευκτα συμβολίζει το αντρικό στοιχείο και κάθε αναφορά στην τριχοφυΐα του προσώπου είτε των αντρών, είτε των γυναικών ή των παιδιών, δεν μπορεί παρά να μιλάει για κάτι που έχει να κάνει με τους άντρες. Η μοναδική ίσως Ελληνική πηγή βιβλιογραφίας, προέρχεται από τον πολυγραφότατο λαογράφο Ηλία Πετρόπουλο. Στο βιβλίο του ο μύσταξ, ο Πετρόπουλος αναφέρεται στα μουστάκια και τα γένια με τον όρο τριχο-διάκοσμος του προσώπου. Το βιβλίο αυτό είναι πολύ μικρό σε έκταση (και μέγεθος) και περιλαμβάνει πολλές εικονογραφήσεις των διαφόρων τύπων μουστακιών όπως τα ταξινόμησε μάλλον ο ίδιος. Ο μύσταξ λοιπόν, περιλαμβάνει 14 είδη μουστακιών, μεταξύ των οποίων τα μουστάκια δεμένα πίσω, το μουστάκι αλά-Κάιζερ, το μουστάκι μύξα και το μουστάκι σάλτσα. Ο τρόπος με τον οποίο ο Πετρόπουλος χωρίζει και ταξινομεί τα μουστάκια σ’ αυτό το έργο του, είναι μάλλον προφανής. Δυστυχώς ελάχιστη αναφορά κάνει στο βιβλίο του για το μουστάκι του έφηβου και της γυναίκας, όπως και για το μουστάκι του ομοφυλόφιλου. Επίσης το βιβλίο του είναι μάλλον περιγραφικό των διαφόρων μουστακιών τριγύρω και δεν έχει να κάνει πολλά με το συμβολισμό του μουστακιού και τη σχέση του με τον φέροντα. Η αναφορά του στη σχέση του μουστακιού και των άλλων στοιχείων του προσώπου, είναι μάλλον ανύπαρκτη. Το μουστάκι σε αντίθεση με άλλα σύμβολα ανδρισμού είναι επίσης υπαρκτό́ και εμφανές. Υπάρχει, τρέφεται και “φοριέται“ για να παρουσιάζεται στους άλλους δημόσια. Είναι λοιπόν αντικείμενο υπαρκτό, μέρος του ατόμου που το φέρει, και φυσικά εμφανίζεται όχι κατά βούληση (όπως για παράδειγμα ο φαλλός) αλλά συνεχώς· και μέσα από τον τρόπο με τον οποίο φοριέται αλλά και τις στάσεις που διατηρούν αυτοί που το “φοράνε“ - σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής του ζωής - απέναντι στους άλλους (άντρες, γυναίκες, παιδιά και έφηβους) απέκτησε και μια λειτουργία συμβολική.
Ο ιστορικός Thomas Laqueur, ανατρέπει την παλιά και βαθιά ριζωμένη ιδιαίτερα στις δυτικές κοινωνίες αντίληψη για τη “βιολογία“ ως φυσικό, αδιαμφισβήτητο κριτήριο ταξινόμησης και διάκρισης των ανθρώπων σε “άνδρες“ και “γυναίκες“, και δείχνει οτι το έμφυλο σώμα4, η βιολογική / ανατομική διαφορά δεν είναι ένα βιολογικό δεδομένο ... αλλά μία συγκεκριμένη κοινωνική / πολιτισμική και εντέλει πολιτική χειραγώγηση της πολύμορφης ανθρώπινης βιολογίας. Αυτή λοιπόν η πολυμορφία, συνίσταται σε ένα συνεχές, το οποίο εκτείνεται από το απόλυτο αρσενικό ως το απόλυτο θηλυκό και εμπεριέχει διάφορες διαβαθμίσεις του αρσενικού και του θηλυκού. Με άλλα λόγια η παραπάνω πολυμορφία συναντάται σε διαφορετικά άτομα με διαφορετικούς βαθμούς αρρενωπότητας και θηλυπρέπειας αντίστοιχα, και ξεκινάει από αυτό που ορίζεται σε κάθε κοινωνία και εποχή σαν το πιο αρρενωπό και περνώντας μέσα από άπειρα ενδιάμεσα στάδια, καταλήγει στο καθολικά αποδεκτό θηλυκό. Επόμενο είναι, αυτή η ποικιλία χαρακτήρων, να εκφράζεται οπτικά μέσα από την εικόνα που συντηρεί το κάθε άτομο ξεχωριστά, και τις περισσότερες φορές, η εικόνα αυτή φτιάχνεται μεθοδικά με τέτοιο τρόπο που να αναγάγει σε ένα από τα δύο άκρα. Όπως θα δείξω παρακάτω, το μουστάκι (σε αντίθεση με το μούσι) μπορεί να λειτουργήσει σαν διαθέσιμο εργαλείο, αυτών που νοιώθουν την ανάγκη να πλησιάσουν ακόμα περισσότερο το αντρικό άκρο με τις διάφορες αναφορές του (εξουσία, δύναμη, κοινωνική καταξίωση, καταπίεση κτλ) και αντίστοιχα να απομακρυνθούν από το γυναικείο, είτε είναι ενήλικες άντρες, είτε είναι έφηβοι ή ακόμα και γυναίκες.
Σύμφωνα με τον Laqueur, η βιολογική, ανατομική διαφορά άνδρα-γυναίκας, όπως εμείς την ορίζουμε σήμερα, δηλαδή ως διχοτομία, ως αντίθεση δύο ριζικά διαφορετικών φυσιολογιών, σωματικών και μορφολογικών – της ανδρικής και της γυναικείας - , δεν αποτελεί παρά μια συγκεκριμένη εννοιολόγηση, δηλαδή το “μοντέλο των δύο φύλων“, το οποίο επικράτησε στη δύση από την εποχή του διαφωτισμού και μετά. Εδώ ο Laqueur ισχυρίζεται πως από την αρχαιότητα ως το 18ο αιώνα, επικρατούσε αυτό που ονομάζει “μοντέλο του ενιαίου φύλου“, της ενιαίας σάρκας. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, τα δύο φύλα έχουν την ίδια ανατομία: η γυναίκα δεν είναι παρά ένα άνδρας με όρχεις και πέος που εκκρίνει σπερματικό υγρό, του οποίου τα “ανδρικά“ σεξουαλικά όργανα βρίσκονται στο εσωτερικό του γυναικείου σώματος και επομένως δεν είναι ορατά, εξωτερικά όπως του άνδρα. Το άλμα στην επιστημονική και κοινωνική σκέψη που συντέλεσε στη μετάβαση από το ένα μοντέλο στο άλλο, οφείλεται μεταξύ άλλων στη νέα εικόνα που άρχισαν να έχουν για το σώμα. Άρχισε πια να γίνεται κατανοητό οτι τα δύο φύλα διαφοροποιούνται βιολογικά και οτι το σώμα της γυναίκας δεν είναι ένα ατελές ανεστραμμένο αντρικό σώμα με εσωτερικά γεννητικά όργανα. Η έμφυλη διαφορά λοιπόν ανάμεσα στα δύο φύλα στις κοινωνίες μετά το 18ο αιώνα και μέχρι σήμερα, και η άσκηση της ετεροφυλοφιλίας προυποθέτει την απόλυτη βιολογική διάκριση τους, έναν απόλυτο “φυσιολογικό“ ετερομορφισμό, ο οποίος στις κοινωνίες του μοντέλου του ενιαίου φύλου, δεν είναι υπαρκτός, αφού σε αυτές η ετεροφυλόφιλη σεξουαλικότητά τους εμπεριέχει ομόφυ(λοφι)λες διαστάσεις. Προφανώς ο παραπάνω ετερομορφισμός που αρχίζει να γίνεται κοινωνικά απαραίτητος στις μοντέρνες κοινωνίες, δεν αναζητείται στις παλαιότερες γιατί απλώς δεν έχει χρήση· και ίσως αυτός να είναι ένας λόγος για τον οποίο το μουστάκι άρχισε να χρησιμοποιείται ευρέως σαν συνειδητό συμβολικό εργαλείο στα πρόσωπα των αντρών και των εφήβων πριν τριακόσια χρόνια και όχι νωρίτερα. Στο ‘έργο του “Ο μύσταξ“, ο Πετρόπουλος αναφέρει οτι οι Έλληνες της αρχαϊ κής και της κλασσικής εποχής δεν είχαν μουστάκια. Χαρακτηριστικά λέει οτι υπήρχαν δύο κανόνες. Είτε όλα αξύριστα (δηλαδή, γένια – μουστάκια σε φυσική κατάσταση), είτε όλα ξυρισμένα. Στην Αρχαία Ελλάδα οι έφηβοι ήταν ξυρισμένοι και οι άντρες με γένια. Φυσικά μουστάκια υπήρχαν στα ανδρικά πρόσωπα πολύ πριν το 18ο αιώνα, (Γαλάτες, βυζάντιο) το ενδιαφέρον όμως εδώ συγκεντρώνεται στη συμβολική λειτουργία του μουστακιού που το κατέστησε εργαλείο στα χέρια αυτών που το χρειάστηκαν για να πλησιάσουν και να ενδυναμώσουν τα αντρικά τους στοιχεία.
Ισχυρίζομαι οτι το μουστάκι διαθέτει ακόμα και σήμερα μεγαλύτερο συμβολισμό σε σχέση με το μούσι, και το φόρεμα ενός καλοσχηματισμένου, περιποιημένου και περήφανου μουστακιού, σε αντίθεση με μια καλοσχηματισμένη και περιποιημένη γενειάδα, φέρει μεγαλύτερη δόση αντρικού συμβολισμού. Αυτό συμβαίνει, γιατί το μουστάκι είναι εγωιστικό. Η ύπαρξη του μουστακιού αυτομάτως σημαίνει οτι απουσιάζει το μούσι. Το μουστάκι για να υπάρξει στο πρόσωπο, απαιτεί την πλήρη απουσία άλλων τριχών τριγύρω. Απαιτεί δηλαδή την αποτελεσματική εξολόθρευση της γενειάδας και καθιστά το ξύρισμα απαραίτητη καθημερινή εργασία. Επιπλέον, το μεγάλο μουστάκι έχει και άλλα προβλήματα, που και αυτά απαιτούν αποτελεσματικές λύσεις, ο οποίες με τη σειρά τους χρειάζονται χρόνο. Ανάλογα με το “σχέδιο“ του μουστακιού, αυτό μπορεί να τσαλαπατηθεί στον ύπνο, ή απλώς να χάσει το σχήμα του μετά το πλύσιμο. Υπήρξαν στο παρελθόν (σίγουρα χρησιμοποιούνται και σήμερα) καλλυντικά και εργαλεία όπως ειδικά κεριά και κρέμες αλλά και πάνινα “ρουχαλάκια“ ύπνου για το μουστάκι (ο κλασσικός μουστακοδέτης), με τα οποία ο μυστακοφόρος το κρατάει στην απαραίτητη φόρμα κατά τη διάρκεια του ύπνου. Το μούσι από την άλλη, είναι τεμπέλικο. Χρειάζεται βέβαια και αυτό κάποιο χρόνο για την περιποίησή του, σαφώς όμως λιγότερο από το μουστάκι. Είναι λοιπόν λιγότερο αυταρχικό και μάλλον περισσότερο φυσικό αφού το αντρικό πρόσωπο που δε δέχεται την επέμβαση ξυραφιού, θα αποκτήσει μια πλούσια γενειάδα και όχι ένα μοναχικό μουστάκι. Ο συμβολισμός λοιπόν του μουστακιού, έχει κατά καιρούς πάρει διάφορες μορφές, συνδεδεμένες όμως πάντα με αυτό που στη συγκεκριμένη εποχή θεωρείται σαν γνώρισμα, σαν ποιότητα ανδρική. Η αντρεία, η δύναμη, η τόλμη, το θάρρος, η εξουσία γενικότερα και η καταπίεση, θα μπορούσανε να είναι μερικά από τα ανάφορα του μουστακιού στην μακριά του ιστορία. Το μουστάκι θα μπορούσε ακόμα να λειτουργήσει και σαν εργαλείο που ενώ πλαισιώνει το στόμα, άρα και τα λόγια αυτού που το φέρει, είναι ικανό να τους δώσει επιπλέον σημασία και κύρος. Φυσικά, οι συμβολισμοί του μουστακιού αλλάζουν από εποχή σε εποχή αλλά και σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες. Ένα όμως μένει πάντα ίδιο. Το οτι αναφέρονται πάντα σε στοιχεία που περιγράφουν και χαρακτηρίζουν άντρες. Όποιοι και αν είναι αυτοί, σε όποιο σημείο κι αν βρίσκονται του παραπάνω συνεχούς του έμφυλου σώματος μεταξύ των δύο άκρων του απόλυτα αντρικού και του απόλυτα γυναικείου.
Μεγάλο ενδιαφέρον ανάμεσα στους φέροντες μουστάκια, αποτελούν οι κοινωνικές ομάδες των οποίων τα μουστάκια ταξινομώ στα “άλλα μουστάκια“. Αυτά τα μουστάκια είναι τα νηπιακά μουστάκια των εφήβων, τα μουστάκια των συνειδητά ομοφυλόφιλων αντρών, τα μουστάκια των γυναικών (αυτών που συνειδητά τα διατηρούν ζωντανά και σε δημόσια θέα), και τα μουστάκια των τρανσεξουαλικών – τα ανεπιθύμητα μουστάκια στις από άντρα σε γυναίκα τρανσεξουαλικές, και τα απείρως επιθυμητά μουστάκια των από γυναίκα σε άντρα· και ισχυρίζομαι πως είναι ενδιαφέροντα γιατί αυτά τα μουστάκια χρησιμοποιούνται ξεκάθαρα σαν εργαλεία συμβολικά. Φοριούνται (το αντίθετο στη περίπτωση των από άντρα σε γυναίκα τρανσεξουαλικών) για να μεταδώσουν ένα μήνυμα άμεσα συνδεδεμένο με την αντρική τους ταυτότητα. Η πιο προφανής από τις παραπάνω κατηγορίες είναι φυσικά αυτή των εφήβων αγοριών. Οι οποίοι συχνά αμήχανοι μπροστά στις αλλαγές που το μεγάλωμά τους επιφέρει στο σώμα τους, αντιμετωπίζουν το καινούργιο μουστάκι τους άλλες φορές με τεράστιες δόσεις αμηχανίας, άλλες φορές απλώς το ξεφορτώνονται τελετουργικά (το πρώτο ξύρισμα είναι πάντα σημαντικό και συμβολικό του μεγαλώματος, της ενηλικίωσης του νέου), ενώ άλλες κάνουν συνειδητά πως το αγνοούν, ίσως για να χρησιμοποιήσουν τον επερχόμενο ανδρισμό τους αντίστροφα, για να κρατηθούν στη παιδική ηλικία ή απλώς φέροντας ένα για πολλούς ελκυστικό χνούδι, να δείξουν στους άλλους οτι τώρα μπορούν να θρέψουν ένα κανονικό μουστάκι, οτι πια αφήνουν την παιδική ηλικία πίσω τους και μπαίνοντας στην ενήλικη φάση της ζωής τους, αρχίζουν να γίνονται ικανοί ακόμα και για άλλου είδους εμπειρίες. Το χνούδι αυτό διαθέτει μια ειδική μαγεία. Στη θέα του κάποιος μπορεί να νοιώσει απώθηση προς τον φέροντα (οι έφηβες κοπέλες είναι συνήθως εχθρικές προς τους συνομήλικούς τους που φέρουν το παραπάνω χνούδι), ενώ κάποιος άλλος μπορεί να νοιώσει μεγάλη έλξη προς τον φέροντα (μπορώ να σκεφτώ πολλές ενήλικες γυναίκες αλλά και πολλούς άντρες που θα χαιρόντουσαν ένα εφηβικό χνουδωτό άνω χείλος). Όπως και να χει, ο νέος που φτάνει στην ηλικία αυτή πρέπει να αντιμετωπίσει το μουστάκι του όχι απλώς σαν κάτι που φυσικά του συμβαίνει, αλλά σαν κάτι που φέρει ένα βαρύ συμβολισμό και χρειάζεται προσεκτική αντιμετώπιση· και ο έφηβος παρόλο του νεαρού της ηλικίας του, γνωρίζει πολύ καλά τη συμβολική λειτουργία του μικρού μουστακιού που καλείται να αντιμετωπίσει. Πέρα από τα χνούδια των νέων, ένα άλλο μουστάκι με βαρύ συμβολισμό, είναι το μουστάκι των συνειδητά ομοφυλόφιλων το οποίο ξεκίνησε τη ζωή του ακριβώς επειδή μετέφερε ένα πολύ βαρύ συμβολικό φορτίο, απαραίτητο για αυτούς που ένοιωθαν πως χρειαζόντουσαν να γίνουν ακόμα πιο πολύ άντρες απ όσο ήταν. Η υπερβολή αυτού του μουστακιού και η χρήση του στον υπέρτερο βαθμό ήταν απαραίτητη προϋ πόθεση για το επιτυχές φόρεμά του. Η εικόνα του ομοφυλόφιλου με το παχύ μουστάκι από τη δεκαετία του 1970 και μετά και μέχρι πολλές φορές ακόμα και σήμερα, ειδικά σε άτομα που συγκροτήθηκαν σεξουαλικά τότε, είναι χαρακτηριστική. Για τους ομοφυλόφιλους το πείραμα με το μουστάκι, το παιχνίδι με το συμβολισμό του, έγινε τότε. Μένει στον καθένα να χρησιμοποιήσει τη δυνατότητά του να “μεγαλώσει“ ένα σοβαρό μουστάκι και να χρησιμοποιήσει τη δύναμή του εάν έτσι πιστεύει οτι μπορεί να καταφέρει περισσότερα. Η ιστορία του ομοφυλόφιλου μουστακιού είναι πάντα εκεί, και κάθε ανάλογο μουστάκι δε μπορεί παρά να αναφέρεται και σε αυτήν. Στην υπερβολή του πρώτου ομοφυλόφιλου μουστακιού και στην ανάγκη για ακόμα περισσότερη αρρενωπότητα. Λίγο παρακάτω, βρίσκεται το μουστάκι των γυναικών. Αυτό το μουστάκι δεν είναι το μουστάκι που βλέπουμε σε γυναίκες που αδιαφορούν για την ύπαρξή του, σε γυναίκες που η ενασχόλησή τους με αποτριχωτικές κρέμες ή ακόμα περισσότερο με φεμινιστικές θεωρίες, είναι κάτι που βρίσκεται μακριά, έξω από σφαίρα της ζωής τους. Με άλλα λόγια, το μουστάκι αυτό δεν είναι το μουστάκι της χωριανής που ποτέ δε σκέφτηκε να το ξεφορτωθεί, ή της δικηγόρου που θεωρεί αστείο να ασχολείται με την τριχοφυΐα της. Είναι το μουστάκι που η φανατική φεμινίστρια διατηρεί σε γνώση της σε δημόσια θέα, για να επεξεργαστεί την αντρική συμβολική του λειτουργία και να δηλώσει οτι ακόμα και κάτι τόσο αντρικό μπορεί εύκολα να φοριέται και από γυναίκες· όπως η Frida Khalo, γνωστή για την επιθυμία της να σοκάρει και να προκαλεί τα κατεστημένα της εποχής της, αλλά και για το μουστάκι και τα δυναμικά της φρύδια τα οποία υπέρβαλε εσκεμμένα στα έργα της. Παρόλο που τα φρύδια της ήταν πάντα χωριστά και το μουστάκι της στις περισσότερες φωτογραφίες ανύπαρκτο, η ίδια στα αυτοπορτραίτα της εμφανίζεται με ένα ενιαίο μαύρο φρύδι και έντονο χνούδι, σχεδόν σαν μουστάκι.Το πιο αμφίσημο μουστάκι όμως, το οποίο έχει τη δυνατότερη συμβολική λειτουργία, και του οποίου η παρουσία ή η απουσία γίνεται απαραίτητο στοιχείο για την ταυτότητα του ατόμου, είναι το μουστάκι των τρανσεξουαλικών. Χωρίς αυτό ή με αυτό αντίστοιχα, ανάλογα με την περίπτωση που μελετάμε, αν πρόκειται για γυναίκα προς άντρα ή άντρα προς γυναίκα, ο / η τρανσεξουαλικος /η δεν μπορεί να ολοκληρώσει τη προσωπική του / της εικόνα που τόσο πολύ έχει ανάγκη για να καταφέρει να ζήσει στο νέο του / της σώμα. Πόσο επιτυχημένη θα ήταν μία θεραπεία αλλαγής φύλου, εάν ο καινούργιος άντρας δεν έχει τη δυνατότητα να μεγαλώσει ένα περήφανο μουστάκι, με ή χωρίς μούσι. Και αντίστοιχα θα ήταν κωμικό εάν η νέα γυναίκα δεν μπορούσε να εξαφανίσει τα σημάδια που πριν την κατέτασαν στο άλλο φύλο. Το θέμα της τριχοφυΐας στους τρανσεξουαλικούς είναι ένα κομμάτι της θεραπείας τους πολύ σημαντικό, που ξεπερνιέται μετά από πολύ μεγάλο αγώνα.
Αναμφίβολα το μουστάκι φέρει μαζί του ένα τεράστιο συμβολισμό, τον οποίο θα ήταν ατυχές να παραβλέψει κάποιος, αφού η δύναμή του καθορίζει σε διαφορετικούς βαθμούς τις ζωές αυτών που το φέρουν αλλά και αυτών που ζουν κοντά τους. Οπτικά το μουστάκι έχει προσφέρει πάρα πολλά στην εικόνα των ανδρών (και για τους παραπάνω λόγους και των γυναικών). Η τριχοφυΐα γενικότερα του προσώπου και οι άπειροι συνδυασμοί με τους οποίους μπορεί κάποιος να “φορέσει“ ένα μουστάκι ή / και ένα μούσι, σίγουρα προσέφεραν στη ποικιλία των αναπαραστάσεων. Μπορεί το μουστάκι στη δυτική κοινωνία, ειδικά ανάμεσα στους νέους να μην είναι πολύ δημοφιλές αφού πολλές φορές έχει συνδεθεί με αρνητικά πρότυπα ανδρισμού, οι καιροί όμως αλλάζουν, οι “μόδες“ γυρίζουν και σίγουρα θα έρθει η εποχή που το μουστάκι θα χάσει τις αρνητικές του προεκτάσεις και θα ξαναφορεθεί ακόμα περισσότερο. Ο ανδρισμός και ο τρόπος που εξελίσσεται, που αλλάζει, που μετασχηματίζεται αλλά και η ανάγκη των ανθρώπων να τον προσεγγίσουν με όποιους τρόπους έχουν διαθέσιμους, είναι σίγουρα κάτι μου με ενδιαφέρει προσωπικά και το μουστάκι σαν εργαλείο που μέσω του συμβολισμού του επιτρέπει στο άτομο να φλερτάρει με τον ανδρισμό του, αλλά και η εικόνα που το “φορεμένο“ μουστάκι αποδίδει, είναι σίγουρα ένα στοιχείο που θα εντάξω ακόμα περισσότερο στη δουλειά μου. Δεν είναι τόσο οι απαντήσεις που με απασχολούν, όσο η ενασχόληση με ένα κοινωνικό θέμα ικανό να αλλάξει τελείως την εικόνα του άλλου που “τρέχει“ συνεχώς χωρίς πάντα να το καταλαβαίνουμε, αφού ακόμα και στον ύπνο είμαστε όλοι (συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών) λιγότερο ή περισσότερο άντρες. Ακόμα και αυτός που απεχθάνεται αυτό που σήμερα περιγράφεται με τον όρο ανδρισμός, για να το ξεπεράσει και να φύγει μακριά του οφείλει να το αντιμετωπίσει· και είναι στην επιλογή του αν θα το κάνει αυτό φορώντας ένα κρεμαστό μουστάκι, ή θα το κάνει ξυρισμένος σαν κώλος μαϊμούς (Ηλίας Πετρόπουλος).
Βιβλιογραφία
Ηλίας Πετρόπουλος, Ο μύσταξ, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα, 1990
Thomas Laqueur, Κατασκευάζοντας το φύλο. Σώμα και κοινωνικό φύλο από τους αρχαίους Έλληνες έως τον Φρόιντ, μετάφραση Πελαγία Μαρκέτου, Πρόλογος Κώστας Γιαννακόπουλος, Εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2003
Stephen M. Whitehead, Men and Masculinities, Polity, Cambridge, 2002
Jonathan Jones, Portrait of an artist, 14 Φεβρουαρίου 2003, The Guardian, Friday Review